Οι φυτικές ίνες ανήκουν στην ομάδα των υδατανθράκων και είναι ουσίες οι οποίες διασπώνται με μεγάλη δυσκολία σε σχέση με τις άλλες ομάδες τροφών και περνούν σχεδόν ανέπαφες στο παχύ έντερο.
Χωρίζονται σε 2 ομάδες, τις διαλυτές και αδιάλυτες.
Οι διαλυτές φυτικές ίνες διαλύονται στο νερό και ζυμώνονται από τα βακτήρια του παχέος εντέρου, ενισχύοντας την εντερική λειτουργία, ενώ οι αδιάλυτες δεν διαλύονται, αλλά απορροφούν νερό και αυξάνουν τον όγκο των κοπράνων, κάνοντας ευκολότερη την αποβολή τους.
Και οι δύο είναι χρήσιμες, και τα περισσότερα φρούτα και λαχανικά περιέχουν και τις δύο κατηγορίες.
Οι φυτικές ίνες βρίσκονται στις φυτικές τροφές, όπως όσπρια, ξηρούς καρπούς και σπόροι, φρούτα και λαχανικά και δημητριακά ολικής αλέσεως.
Για να θεωρείται ψηλό σε φυτικές ίνες ένα τρόφιμο, πρέπει να περιέχει περισσότερα από 5 γραμμάρια φυτικών ινών ανά μερίδα.
Είναι αποδεδειγμένο ότι έχουν ευεργετικές επιπτώσεις στην υγεία μας, όπως: η καλή λειτουργία του γαστρεντερικού συστήματος και η αποφυγή δυσκοιλιότητας, μικρότερος κίνδυνος καρδιοπάθειας και αυξημένης κακής χοληστερόλης, ο έλεγχος του διαβήτη και η μείωση ρίσκου εμφάνισης σε κάποια είδη καρκίνου.
Επίσης, προσφέρουν καλύτερο έλεγχο του σωματικού βάρους και της όρεξης, αφού αυξάνουν το αίσθημα κορεσμού.
Οι συνιστώμενες ποσότητες φυτικών ινών είναι 25 – 35γ για τους ενήλικες. Το όριο κατανάλωσης είναι μέχρι 70γ, αφού οι μεγαλύτερες δόσεις μπορεί να προκαλέσουν φούσκωμα, αέρια και δυσκοιλιότητα.
Να σημειωθεί ότι άτομα που έχουν διατροφή φτωχή σε φυτικές ίνες, καλό είναι να αυξάνουν την ποσότητα σταδιακά, περίπου 3 γραμμάρια την ημέρα, αφού η απότομη αύξηση μπορεί να προκαλέσει φούσκωμα και κοιλιακό πόνο.
Ακολουθεί post με το πώς μπορούμε να αυξήσουμε την ποσότητα φυτικών ινών στη διατροφή μας.